Γράφει ο Κώστας Υφαντής
(Ο Κώστας Υφαντής, είναι Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Διευθυντής του
ΙΔΙΣ, Πάντειο Πανεπιστήμιο)
Κάποια στιγμή το πρώτο εξάμηνο του
2023 η Τουρκική Δημοκρατία θα οδηγηθεί στις κάλπες. Αν επιβεβαιωθούν οι
εκτιμήσεις θα πρόκειται για την πιο κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση των τελευταίων
δεκαετιών. Πολλές και πολλοί στην Τουρκία θεωρούν ότι ίσως είναι η πιο
σημαντική στιγμή από το 1950 και τις πρώτες εκλογές μετά την ολοκλήρωση του
μονοκομματικού κύκλου της Κεμαλικής Τουρκίας. Αν ο Πρόεδρος Ερντογάν
επικρατήσει για μία ακόμη φορά - και δεν είναι λίγες και λίγοι αυτοί που
στοιχηματίζουν υπέρ του - τότε θα καταστεί ο μακροβιότερος ηγέτης στην ιστορία
της χώρας.
Η συγκυρία είναι κρίσιμη γιατί μια
επικράτησή του θα του επιτρέψει να ολοκληρώσει την οικοδόμηση ενός ασφυκτικά
ελεγχόμενου πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού συστήματος. Ένα κράτος με
πραιτωριανά χαρακτηριστικά, όπου η παλιά Λουδοβίκια ρήση «το κράτος είμαι εγώ»
θα βρίσκει μεγάλη εφαρμογή. Η εμπειρία μέχρι τώρα προδιαθέτει για μια σκληρή
αντιπαράθεση με την αντιπολίτευση που ίσως πάρει και υπαρξιακά χαρακτηριστικά.
Δεν θα είναι έκπληξη αν το επόμενο διάστημα ο Δήμαρχος Κωνσταντινούπολης
εξουδετερωθεί με δικαστική απόφαση. Αυτό θα μπορούσε να ισχύει και για τον
αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης αν και σε μια τέτοια περίπτωση η Τουρκία
θα έμπαινε σε μια φάση πολιτικής σύγκρουσης στα όρια της αποσταθεροποίησης.
Στην τελική ευθεία για τις εκλογές, η
Τουρκική Κυβέρνηση έχει ήδη διαμορφώσει την πολιτική ατζέντα και προσπαθεί με
κάθε τρόπο – και ιδιαίτερα με τον έλεγχο της ενημέρωσης και τη χειραγώγηση της
δημόσιας σφαίρας – να περιορίσει τη συζήτηση και την αντιπαράθεση σε πεδία που
θεωρεί προνομιακά. Η παλιά αλλά πάντοτε ελκυστική συνταγή της επίκλησης του
συνδρόμου περικύκλωσης από εξωτερικούς εχθρούς είναι κυρίαρχη. Η για μια ακόμη
φορά επέμβαση στην Συρία δεν αφήνει περιθώριο ουσιαστικής αντιπολίτευσης, ενώ
το μενού δεν περιορίζεται στα νοτιοανατολικά. Η Λιβύη αποτελεί αναπόσπαστο
μέρος της πολιτικής αρένας όπου η διαφοροποίηση από τη βασική πολιτική της
εμπλοκής δεν αποτελεί επιλογή. Και βεβαίως η διπλωματική κρίση με την Ελλάδα. Η
ένταση με την Αθήνα δεν υποχωρεί και δεν προβλέπεται να υποχωρήσει.
Και την ίδια στιγμή μια λιγότερο ή
περισσότερο συντονισμένη προσπάθεια βελτίωσης των σχέσεων με το Ισραήλ και την
Αίγυπτο είναι σε εξέλιξη. Δύσκολα θα δούμε μεγάλες ανατροπές στην περιφερειακή
αρχιτεκτονική μιας και το ζήτημα δεν είναι ένα φωτογραφικό στιγμιότυπο με τον
Αιγύπτιο Πρόεδρο, αλλά η έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι το καθεστώς Ερντογάν και
αυτή δύσκολα θα αναταχθεί στο ορατό μέλλον.
Στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού,
η Άγκυρα δεν έχει πλέον άλλη επιλογή από το να αποδεχθεί ότι οι συσχετισμοί
στην Πενσυλβάνια Άβενιου θα παραμείνουν δύσκολοι για τα επόμενα δύο χρόνια, ενώ
και η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι καθόλου σίγουρη. Στην προεκλογική
περίοδο πιθανότατα η άσκηση ισορροπίας μεταξύ μιας λογικής που διακηρύττει τη
στρατηγική αυτονομία μιας Μεγάλης Τουρκίας και υπερασπίζεται επιλογές τύπου
S-400 και μιας χώρας που «εκλιπαρεί» για τα F-16 θα συνεχιστεί. Μια δύσκολη
άσκηση που προσπαθεί να κεφαλοποιήσει πολιτικά στο εσωτερικό και παράλληλα να
πιέσει την Ουάσιγκτον (και στην υπόθεση της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ). Δύσκολα,
όμως, θα δούμε αποφάσεις που θα αναγκάσουν την Ουάσιγκτον να αποστασιοποιηθεί
πλήρως. Ακόμη και μια χερσαία επιχείρηση στη Συρία θα είναι μικρής κλίμακας και
τόσο στοχευμένη ώστε να μην προκαλέσει ρήξη.
Η Αθήνα, παρά την τουρκική προπαγάνδα ούτε προβληματίζεται από τις σπασμωδικές κινήσεις της Άγκυρας ούτε ακολουθεί – και σωστά – στην αύξηση της έντασης. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει διπλωματικός συναγερμός. Οι εκλογικές/πολιτικές ανάγκες του Προέδρου Ερντογάν δεν αφήνουν περιθώρια εφησυχασμού. Το σενάριο μιας κρίσης στο στρατιωτικό επίπεδο είναι πάντοτε πιθανό. Μια πρόκληση με «proxy» (αντιπρόσωπο) την προσωρινή κυβέρνηση της Τρίπολης είναι ένα ρεαλιστικό ενδεχόμενο. Αυτή η κυβέρνηση είναι ενεργούμενο της Άγκυρας και οφείλει την επιβίωσή της στην τουρκική παρουσία στο έδαφος. Μια κλιμάκωση με χάραξη «οικοπέδων» στα όρια του Τουρκολιβυκού και κατόπιν αδειοδοτήσεις προς την τουρκική επιχείρηση υδρογονανθράκων είναι το πρώτο βήμα.
Πέρα από αυτό το σενάριο, το πλαίσιο
που έχει διαμορφώσει η τουρκική επιθετικότητα (αποστρατιωτικοποίηση, «Γαλάζια
Πατρίδα κλπ) δεν αφορά στις εκλογές αλλά περιγράφει το «όραμα» Ερντογάν για την
Τουρκία και τον «αιώνα της» και δύσκολα θα αλλάξει. Μια κρίση είναι πάντοτε
πιθανή.
Πηγή: liberal.gr
Δημοσίευση σχολίου