ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ
ΓΗΣ του
ΣΤΡΑΤΗ ΜΥΡΙΒΗΛΗ
(Ο επίλογος του έργου)
Ας σβήσει το τραγούδι.
Ας σβήσει σιγαλινά το
τραγούδι.
Ας καταλαγιάσουν οι
φωτιές, ας μαραθούν οι ξανθές φλόγες, ας ρίξουν τα φτερά τους τα μελτέμια.
Στάχτη χιονίζει στα ξανθά κεφάλια, χρυσόσκονη
πασπαλίζεται στην πράσινη κόμη των δασών.
Αγαπημένοι, θα πεθάνουμε ένα βράδυ, και ο
νους μας, που αστράφτει από τη ματιά του Θεού, θα σκοτεινιάσει σαν την
απονύχτερη εκκλησία.
Έτσι θα πεθάνουμε ένα βράδυ, όταν το φως της
ζωής θα χαμηλώνει στον ορίζοντά μας όπως το μάτι της αδειανής λάμπας.
Και την ίδιαν ώρα μιλιούνια νέες ζωές θα
ξεκινούν ανυπόμονα από τις καρπισμένες μήτρες.
Αμέτρητα χεράκια θα ψάχνουνε να πιάσουν το
γαλάζιο φως, αυτό που θα βασιλεύει αξημέρωτα μέσα στα πηγμένα μάτια μας.
Θα νάρθει η αφεύγατη ώρα. Και μεις πρέπει να
κλειδώσουμε δυνατά τα δόντια, να καταπιούμε, περήφανοι και πεισματάρηδες,
ετούτον το μικρό στοχασμό.
Θα σταθεί ακίνητο το βλέφαρό μας, όπως το
ματόφυλλο των αγαλμάτων. Θα πετάξει η ματιά μες από τα μαραμένα ματόκλαδά μας,
όπως φεύγει μια πεταλούδα μες από το πεθαμένο άνθος.
Και πάλι τα κυκλάμινα θα ξεφυτρώνουν κάτω από
τα χινοπωριάτικα χαμόδεντρα. Και πάλι οι κύανοι θα σκάζουν τα μαβιά τους άστρα
μέσα στανοιξιάτικα χωράφια.
Θα λείπουμε εμείς από την πρωτομαγιά και το
τριαντάφυλλο θανοίξει ανάμεσα στα λουλούδια, τόσο νέο και τόσο αγνό, όπως την
πρώτη μέρα της Δημιουργίας, που άνθισε μέσα στη φούχτα του Θεού.
Σαν πέφτει η νύχτα, πάλι το τραγούδι της
θάλασσας θα ξεδιπλώνει αργά και μεγαλόπρεπα τις στροφές του.
Οι μελαγχολικές ωδές των νερών θα έρχουνται
πάλι από ταπόμακρα του πελάγου, καβάλα στα σκοτεινά και αόρατα κύματα.
Μα δε θάμαστε πια στην αμμουδιά της
ακρογιαλιάς, που τόσες φορές κράτησε ζεστές λακκούβες από τα κορμιά μας.
Κ’ εμείς θα είμαστε πεθαμένοι, πεθαμένοι για
πάντα ανέλπιδα, όλους τους αιώνες των αιώνων.
Δε θάχουμε μερίδιο στο
πανηγύρι της ζωής μηδ’ όσο κείνο το ταπεινό σαλιγκάκι, που λουφάζει, τυφλό,
κουφό και βουβό, στο βυθό του ακίνητου νερού.
Οι γυναίκες θα ανθίζουνε πάντα ωραίες. Σαν
βραδιάζει θανοίγουν, νυχτολούλουδα, τα μεγάλα τους μάτια και θα κοιτάζουν ένα
γύρω με αγάπη, ποθητές και καλές, σαν όλα μαζί ταγαθά του Θεού.
Μα σε καμιάς τα μάτια μέσα δε θα καθρεφτίσουμε
πια το είδωλο της δικής μας μορφής.
Οι μελωδίες μας θα έχουνε ξεψυχήσει, πεθαμένα
πουλιά που πάγωσε το θάλπος της ζωής κάτω από το πούπουλό τους.
Όμως τα βιολιά της χαράς θα τεντώνουνε πάντα
καινούριες χορδές πάνω στον παλιό καβαλάρη.
Οι μηλιές θα γέρνουνε κάθε καλοκαίρι
φορτωμένες τους κόκκινους καρπούς. Και πάνω σε κανένα μήλο δεν θάναι πατημένη η
κοφτερή σφραγίδα από τα δόντια μας.
Και όταν τα χείλη μας θα πανιάσουν,
ξεθωριασμένα σαν τα μαραμένα ρόδα, αδέρφια, το σύκο της ζωής θα είναι πάλι
φουσκωμένο από τριανταφυλλί μέλι!...
Αγαπημένοι,
Ας προφτάσουμε καν να τραγουδήσουμε βροντερά,
όλοι μαζί, το υπέρτατο τραγούδι των τραγουδιών, το τραγούδι της Γης.
Η ψυχή μας ας εξορμήσει σαν ένα βόλι που
φεύγει και σφυρίζει. Ας αδειάσει σα μια αναστάσιμη ντουφεκιά, τραβηγμένη χαρωπά
στο αδειανό γαλάζιο.
Ας φύγει ταψηλού πάνω στα άγρια φτερά μιας
ζητωκραυγής.
ΚΡΙΤΙΚΗ για
το έργο του ΣΤΡΑΤΗ ΜΥΡΙΒΗΛΗ
Η γενιά που γαλουχήθηκε
με τους αγώνες του Ψυχάρη για την ελληνική γλώσσα, παρακολούθησε την αναγέννηση
του ελληνικού έθνους με τους βαλκανικούς πολέμους και έζησε τη συντριβή της
μεγάλης ιδέας με τη μικρασιατική καταστροφή. Ο Στράτης Μυριβήλης έδειξε από τα
πρώτα του έργα το σύνδεσμό του με την παράδοση, από την οποία δεν αποσπάστηκε
ποτέ.
Συγγραφέας,
δημοσιογράφος -ζούσε κυρίως από τη δημοσιογραφία- χρονογράφος, από τα πιο ζωηρά
και μαχητικά πνεύματα της γενιάς του, βρέθηκε σε συνεχή επαφή με τα σύγχρονά
του γεγονότα, έχοντας πάντα στο νου του τον αναγνώστη. Σε αυτή τη ζωντανή του
επαφή οφείλονται κατά κύριο λόγο η ενασχόλησή του με την τρέχουσα θεματολογία
και η χρησιμοποίηση γλώσσας, που κυμάνθηκε ανάμεσα στην καθαρή δημοτική και στη
δημοσιογραφική μικτή.
Ο λόγος του πυρετικός,
διατηρούσε τη ζεστασιά και τον τόνο της προφορικής ομιλίας, πλούσιος σε
εικόνες, με άφθονα λυρικά στοιχεία. Η γραφή του πληθωρική και ερεθιστική,
ταλαντεύτηκε κάποτε ανάμεσα στον ρεαλισμό και τον τρυφερό φυσιολατρικό λυρισμό.
Το έργο του, «νησίδα
γραφικής επαρχιακής ζωής μέσα στην αστοκρατούμενη πεζογραφία της γενιάς του
Τριάντα» όπως έχει επισημανθεί.
Η αρχική μου
σελίδα στο ανανεωμένο, γρήγορο ,
Λογοτεχνικό περιβόλι!
Δημοσίευση σχολίου