Με τα πρωτοβρόχια θα’ ρθουν τα μηνύματα
Του Χειμώνα: το ποτάμι θα θολώσει .
Θα τριζοβολούν ξερά τα πλατανόφυλλα,
Θα κρυώσει η νύχτα και θα μεγαλώσει,
Θα δροσοσταλάζουν κόκκινα τα κούμαρα,
Κυκλαμιές θ’ ανθούν στο χώμα ταίρια- ταίρια,
Θα καπνίζουν σφαλιστά τα χωριατόσπιτα
Και θ’ αρχίσουν τα σπιτιάτικα
νυχτέρια.
Θα σωπάσει ο τζίτζηκας και ετοιμοτάξιδα
Γι’άλλων τόπων Άνοιξη, μακριά απ’ τα χιόνια,
Βράδυ βράδυ ως τα μεσούρανα θα χύνωνται
Μαύροι φτερωτοί σταυροί τα χελιδόνια.
Ω χαρά μας! Το Χειμώνα θα προσμένωμε
Δίχως πάγους και χιονιές να φοβηθούμε:
Tης ζωής μα το στερνό ταξίδι κάναμε
Και την Άνοιξη άλλων τόπων δεν
ποθούμε.
Γ. Δροσίνης
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ Γ. ΔΡΟΣΙΝΗ:
Ο Γεώργιος Δροσίνης (9 Δεκεμβρίου
1859 – 3 Ιανουαρίου 1951) ήταν Έλληνας ποιητής, πεζογράφος και δημοσιογράφος.
Ήταν ένας από τους πρωτοπόρους της Νέας Αθηναϊκής Σχολής στην ποίηση και της
ηθογραφίας στην πεζογραφία. Η πρώτη ποιητική του συλλογή Ιστοί Αράχνης
σηματοδότησε την εμφάνιση της Νέας Αθηναϊκής Σχολής ενώ το διήγημά του Χρυσούλα
κέρδισε το πρώτο βραβείο στον πρώτο διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού «Η
Εστία» το 1883.
Γεννήθηκε το 1859 σε ένα αρχοντικό
της Πλάκας στην Αθήνα από γονείς Μεσολογγίτες. Ήταν γιος του Χρήστου Δροσίνη,
που εργαζόταν ως ανώτατος υπάλληλος στο Υπουργείο Οικονομικών και της Αμαλίας
Πετροκόκκινου, της οποίας η οικογένεια είχε κατεβεί στην Αθήνα με τον
Καποδίστρια. Η οικογένεια του Δροσίνη, εκτός από εύπορη ήταν και γνωστή για τη
συνεισφορά της στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821. Παππούς του ήταν ο
Γιώργης Καραγιώργης, που σκοτώθηκε στην Έξοδο του Μεσολογγίου το 1826 ενώ ο
προπάππος του ήταν ο Καπετάν-Αναστάσης Δροσίνης, γνωστός και ως ο Πρωτοκλέφτης των
Αγράφων.
Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο των
Αθηνών και μεταγράφηκε στη φιλοσοφική σχολή μετά από σύσταση του Νικόλαου
Πολίτη. Το 1885 συνέχισε τις σπουδές του στην Ιστορία της τέχνης στο εξωτερικό,
στα Πανεπιστήμια της Λειψίας, της Δρέσδης και του Βερολίνου, στη Γερμανία,[1]
χωρίς όμως να πάρει κάποιο πτυχίο. Επίσης ανήκε στον κύκλο των προοδευτικών
ποιητών, μαζί με τους Νίκο Καμπά και Κωστή Παλαμά, που επιδίωκαν να ανανεώσουν
τον ποιητικό τους λόγο και να καθιερώσουν την δημοτική ως επίσημη γλώσσα της
λογοτεχνίας
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα
ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού “Η Εστία”, το οποίο μετέτρεψε σε καθημερινή
εφημερίδα το 1894. Παράλληλα με την λογοτεχνική προσφορά του, συνεισέφερε
σημαντικά σε πολλούς τομείς της πνευματικής και κοινωνικής ζωής της χώρας: ήταν
γραμματέας του “Συλλόγου προς διάδοση ωφελίμων βιβλίων” που είχε ιδρύσει ο
Δημήτριος Βικέλας από το 1899. Ιδρυτής του Ημερολογίου της Μεγάλης Ελλάδας το
1922, διευθυντής του Τμήματος Γραμμάτων και Καλών Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας
1914-1920 και 1922-1923 και τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών από την ίδρυσή
της το 1926.
Το 1918 αγόρασε μαζί με τον αδελφό
του το σπίτι του θείου τους Διομήδη Κυριακού στην Κηφισιά και από το 1939 έμενε
μόνιμα στο οίκημα αυτό που είχε μετονομασθεί σε έπαυλη Αμαρυλλίδα. Έζησε εκεί
τα δύσκολα χρόνια του πολέμου και της κατοχής μέχρι το τέλος της ζωής του την 3
Ιανουαρίου 1951. Το σπίτι αυτό έχει αναπαλαιωθεί, είναι σήμερα ιδιοκτησία του
Δήμου Κηφισιάς και στεγάζει τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κηφισιάς από το 1991 και το
Μουσείο Δροσίνη από το 1997.
Στο μουσείο αυτό υπάρχει μέσα
ολόκληρο το έργο του Δροσίνη και το οποίο περιλαμβάνει: τις πρώτες εκδόσεις των
βιβλίων του, περιοδικά και λεξικά, προσωπικά αντικείμενα του ποιητή και πλούσιο
λαογραφικό υλικό.
Δημοσίευση σχολίου