Ανάλυση
του νομικού πλαισίου που διέπει την απόφαση
Η
απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου να καταδικάσει πρωτοδίκως τον Δημήτρη
Λιγνάδη για το βιασμό δυο ανηλίκων, επιβάλλοντας ποινή κάθειρξης 10 και 5 ετών
και κατά συγχώνευση 12- και μετά να αφεθεί ελεύθερος -έως ότου η υπόθεση του να
δικαστεί στο εφετείο, προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων.
Παρεμπιπτόντως, στο εφετείο, εφόσον δεν ανατραπεί η απόφαση, η ποινή δύσκολα θα ‘πέσει’ κάτω των 9 με 10 χρόνων -και από αυτά στη φυλακή ο καταδικασμένος θα περάσει έως 4,5 χρόνια.
Στα
social media κατέστη σαφές πως ήταν πολλοί όσοι δεν μπορούσαν να κατανοήσουν
την -φαινομενικά- αντικρουόμενη ετυμηγορία. Δηλαδή, το πώς γίνεται να κρίνεται
κάποιος ένοχος για ειδεχθή εγκλήματα και να κυκλοφορεί ελεύθερος έως την
εκδίκαση της έφεσης -με καταβολή εγγύησης 30.000 ευρώ.
Ο
ποινικολόγος Παναγιώτης Στ. Μπαλακτάρης διευκρινίζει στο Magazine ότι οι
απαντήσεις που όλοι αναζητούμε, θα δοθούν όταν ακουστεί το σκεπτικό της
απόφασης. Αυτό αναμένεται να γίνει περίπου σε ένα χρόνο. Δέχθηκε ωστόσο, να μας
βοηθήσει να εξηγήσει τα ‘ανεξήγητα’, βάσει της εμπειρίας του στα ποινικά
δικαστήρια και των δικών του στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο “που είναι πολύ
διαφορετικό από το τακτικό, καθώς οι περισσότεροι είναι πολίτες -λαϊκοί
δικαστές, ένορκοι”.
Ομολόγησε
πως “ευλόγως είναι ακατανόητη η απόφαση, για όποιον δεν ξέρει νομικά, αλλά
ακόμα και για τους δικηγόρους που δεν ασχολούνται με το ποινικό δίκαιο. Που δεν
γνωρίζουν κατ’ ιδίαν τη δικαστική πρακτική και δεν έχουν δικάσει σε Μικτό
Ορκωτό Δικαστήριο. Είναι πολύ διαφορετικό από τα τακτικά δικαστήρια, καθώς οι
περισσότεροι είναι πολίτες -λαϊκοί δικαστές, ένορκοι. Υπάρχουν 4 λαϊκοί
δικαστές (πολίτες) και 3 τακτικοί δικαστές”.
ΤΟ
ΚΟΙΝΟ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΙΟΥ ΑΙΣΘΗΜΑ
Ο
κύριος Μπαλακτάρης λέει πως “με βάση τη νομοθεσία, το κοινό περί δικαίου
αίσθημα και η λαϊκή κυριαρχία πραγματοποιούνται με την παρουσία περισσότερων
ενόρκων από δικαστές. Το κοινό περί δικαίου αίσθημα δεν είναι όσα λέμε στις
παρέες μας ή τα καφενεία, γιατί αν ήταν αυτό, δεν θα ήταν ξεκάθαρο ποιου περί
κοινού δικαίου αίσθημα θα έπρεπε να ληφθεί υπ’ όψιν. Το δικό μου, το δικό σας,
του δικαστή ή του ένορκου -που από ό,τι φάνηκε διαφώνησαν στη συγκεκριμένη
υπόθεση;
Οι αποφάσεις
εκδίδονται στο όνομα του ελληνικού λαού και αναγνωρίζονται συγκεκριμένα
δικαιώματα, με περισσότερους ενόρκους από δικαστές. Στην υπόθεση του Λιγνάδη
σχεδόν όλες οι αποφάσεις ήταν με οριακή πλειοψηφία. Η πρόεδρος της έδρας και
κάποιοι εκ των τακτικών δικαστών τάχθηκαν υπέρ των δικαιωμάτων του
κατηγορουμένου -το λέω κατ’ αυτόν τον τρόπο για να γίνω κατανοητός.
Ο
κατηγορούμενος αθωώθηκε για 2 από τις τέσσερις πράξεις και καταδικάστηκε κατά
πλειοψηφία για τις άλλες δυο”.
Όπως
έγραψε η Αντωνία Ξυνού αφότου διευκρίνισε ότι δεν υπήρξε μια σταθερή γραμμή
τουλάχιστον ως προς τους ενόρκους “ο Δημήτρης Λιγνάδης κρίθηκε ένοχος για δύο
βιασμούς. Ο πρώτος αφορά σε έναν ανήλικο στην Επίδαυρο το 2015 όπου ο
σκηνοθέτης καταδικάστηκε κατά πλειοψηφία (4-3).
Μειοψήφησαν
μία ένορκος, η πρόεδρος και η εξ αριστερών σύνεδρος που είχαν τη γνώμη ότι
πρέπει να κηρυχθεί αθώος λόγω αμφιβολιών.
Ο
δεύτερος αφορά στο βιασμό του ανήλικου, ο οποίος διέμενε για μεγάλο διάστημα
στο σπίτι του Δημήτρη Λιγνάδη. Η ετυμηγορία ήλθε κατά πλειοψηφία (5-2).
Η
μειοψηφία αποτελείται από την πρόεδρο και μία σύνεδρο, που είχαν τη γνώμη ότι
πρέπει να κηρυχθεί αθώος λόγω αμφιβολιών.
Αναφορικά
με τις απαλλακτικές αποφάσεις, ο σκηνοθέτης κρίθηκε αθώος λόγω αμφιβολιών κατά
πλειοψηφία (5-2) για καταγγελλόμενο βιασμό το 2015 στο σπίτι του, ενώ ομόφωνη
ήταν η κρίση του δικαστηρίου ως προς τον τέταρτο καταγγέλλοντα που ποτέ δεν
εμφανίστηκε στο δικαστήριο να υποστηρίξει τα λεγόμενα του.
Έτσι
διαμορφώθηκαν οριακές πλειοψηφίες (4-3), οι οποίες άφησαν πολλά περιθώρια στην
έκβαση της απόφασης” και αυτές εκμεταλλεύτηκε ο δικηγόρος του Λιγνάδη για να
διεκδικήσει αναστολή εκτέλεσης της ποινής του καταδικασθέντος.
Πριν
πάμε εκεί, θα ασχοληθούμε με κάτι άλλο.
ΓΙΑΤΙ
ΔΕΝ ΦΟΡΕΣΕ ‘ΒΡΑΧΙΟΛΑΚΙ’ Ο ΛΙΓΝΑΔΗΣ;
“Βάσει
των όσων έχω διαβάσει, η μόνη ομόφωνη απόφαση που πήραν ήταν η απόρριψη του
ελαφρυντικού πρότερου σύννομου βίου” συνεχίζει ο κύριος Μπαλακτάρης, “εικάζω
ότι έγινε γιατί είχε βγει η απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου για τον
Κορκονέα, που προσδιόρισε διαφορετικά το ελαφρυντικό αυτό και το δικαστήριο
πειθάρχησε.
Επίσης,
απέρριψαν με πλειοψηφία το ελαφρυντικό μεταγενέστερης καλής συμπεριφοράς. Που
σημαίνει ότι μειοψήφησαν οι δικαστές, οι οποίοι είπαν πως έπρεπε να χορηγηθεί
αυτό το ελαφρυντικό.
Μετά
την ενοχή, ο εισαγγελέας πρότεινε 12 χρόνια για κάθε πράξη βιασμού και άρα κατά
συγχώνευση θα ήταν 18.
Το
δικαστήριο αποφάσισε 10 και 5 χρόνια -κατά συγχώνευση 12. Μετά, όπως
συνηθίζεται να γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις, αποσύρθηκαν για να αποφασίσουν
επί του ανασταλτικού ή μη της έφεσης. Κλήθηκε να κρίνει αν αποτελεί δυναμική
απειλή για την έννομη πράξη (αν είναι ύποπτος τέλεσης παρόμοιων αδικημάτων) και
πώς μπορεί να διασφαλίσει το κράτος ότι θα παραστεί στην έφεση -και δεν θα
φύγει από τη χώρα.
Αποφάσισαν
να επιβάλουν περιοριστικούς όρους 30.000 εγγύηση, εμφάνιση στο τμήμα και
απαγόρευση εξόδου”.
Γιατί
δεν αποφάσισαν και να φορέσει ‘βραχιολάκι’, προκειμένου να διασφαλιστεί πως θα
παραστεί στην έφεση -και δεν θα εξαφανιστεί; “Η τοποθέτηση αυτού γίνεται κυρίως
στο στάδιο της ανάκρισης. Δεν συνηθίζεται στην αναστολή στην έφεση. Από όσο
ξέρω, δεν έχει γίνει ποτέ σε ανασταλτικό στην έφεση”.
ΠΩΣ
Η ΑΝΑΚΡΙΤΡΙΑ ΠΡΟΦΥΛΑΚΙΣΕ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΘΩΩΣΕ
Η
ανακρίτρια είχε αποφασίσει την προφυλάκιση του Λιγνάδη, βάσει της μήνυσης και
του περιεχομένου της υπόθεσης για την οποία απαλλάχθηκε την Τετάρτη 13/7, με
σκεπτικό πως ήταν ύποπτος τέλεσης παρόμοιων αδικημάτων -όταν ακόμα ήταν
υπόδικος. Δηλαδή, το ένταλμα σύλληψης είχε εκδοθεί στηριζόμενο σε αυτήν την
επικινδυνότητα. Η προσωρινή κράτηση ήταν συνέπεια τεσσάρων βουλευμάτων που τη
θεμελίωναν.
Ως
καταδικασθείς (για δυο βιασμούς ανηλίκων) δεν θεωρήθηκε ύποπτος τέλεσης
παρόμοιων αδικημάτων. Πώς έγινε αυτό;
“Είναι
διαφορετικός ο ρόλος -η αποστολή- της προφυλάκισης, από εκείνον της αναστολής
(του εφετείου). Τίθεται θέμα που δεν έχει θίξει δικηγόρος εξ όσων έχουν μιλήσει
από χθες. Μέχρι πριν λίγα χρόνια, η Ελλάδα και η Γαλλία ανταγωνίζονταν για το
ποια είναι πρώτη στην Ευρώπη σε προφυλακισμένους (είναι υπόδικοι έως ότου
δικαστούν σε πρώτο βαθμό).
Είχαμε
φτάσει στο σημείο που προς τα τέλη της δεκαετίας 2000, ο τότε Πρόεδρος της
Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και νυν Βουλευτής Μυτιλήνης, Χαράλαμπος
Αθανασίου είχε εκδώσει ανακοίνωση που έλεγε ότι δεν πρέπει να γίνεται κατάχρηση
της φυλάκισης μέχρι το εφετείο”. Δηλαδή, να μην πηγαίνουν όλοι φυλακή, μετά την
πρωτόδικη απόφαση και πριν το εφετείο.
“Έτσι,
στο ζήτημα του Λιγνάδη προκύπτει και ένα άλλο ζήτημα, πέραν του γιατί είναι
ελεύθερος ενώ καταδικάστηκε. Είναι το γιατί προφυλακίστηκε -μήπως δεν
προφυλακίστηκε σωστά; Κατά τη γνώμη μου, ορθώς αφέθηκε ελεύθερος με ανασταλτικό
στην έφεση.
Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει πολλές φορές στα δικαστήρια της χώρας, στο πλαίσιο της αναστολής της έφεσης, όπως μπορούν να σας διαβεβαιώσουν όλοι οι ποινικολόγοι. Έχω υπερασπιστεί κατηγορούμενο για ανθρωποκτονία, σε Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο. Καταδικάστηκε σε 15 χρόνια και έμεινε ελεύθερος, μέχρι το εφετείο. Με αυτό θέλω να πω ότι δεν έγινε ό,τι έγινε επειδή είναι ο Λιγνάδης. Έγινε κάτι που γίνεται σε πλείστες περιπτώσεις, αλλά ο κόσμος δεν μαθαίνει για αυτές.
Αν
ρωτήσετε όσους ασχολούνται με το ποινικό καθημερινά, θα εντυπωσιαστείτε για το
πόσο συχνά συμβαίνει -στις περιπτώσεις που οι δικαστές διαπιστώνουν ότι δεν
παραβιάζεται ο νόμος”.
ΠΩΣ
ΔΕΝ ΠΑΡΑΒΙΑΖΕΤΑΙ Ο ΝΟΜΟΣ -ΣΤΟ ΑΝΑΣΤΑΛΤΙΚΟ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ
“Ο
νόμος προβλέπει πως πλέον είναι κανόνας η αναστολή έως το εφετείο, εκτός και αν
το δικαστήριο κρίνει πως ο κατηγορούμενος
α)
είναι ύποπτος φυγής -κάτι που πρέπει να αποδειχθεί, να παρουσιαστούν ας πούμε
κρατήσεις που έχει κάνει, για πτήση
β)
έχει παραβιάσει περιοριστικούς όρους κατά το παρελθόν
γ)
έχει αποπειραθεί να αποδράσει ο ίδιος ή έχει βοηθήσει άλλον να αποδράσει .
Μετά
υπάρχει ένα κριτήριο που ελέγχεται αφού ελεγχθούν όλα τα παραπάνω: είναι το
ενδεχόμενο να του έχει προκληθεί υπέρμετρη και ανεπανόρθωτη βλάβη -στον ίδιο ή
την οικογένεια του- ενώ είναι στη φυλακή.
Τέλος,
ελέγχεται -κατ’ εκτίμηση- αν είναι πιθανό να τελέσει παρόμοια αδικήματα αν τον
αφήσουν ελεύθερο”.
Ο
ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΤΑΙ ΩΣ ΑΘΩΟΣ ΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΚΔΙΚΑΣΗ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ
Εδώ
θα ήταν χρήσιμο να διευκρινιστεί πως όσα διάβασες και όσα θα διαβάσεις στη
συνέχεια, καταρρίπτουν το αφήγημα της ευθύνης που φέρει ο “Νόμος
Παρασκευόπουλου” για ό,τι έγινε. Ειρήσθω εν παρόδω, όπως διευκρίνισε ο Νίκος
Παρασκευόπουλος -και συμφώνησαν όσοι ποινικολόγοι μιλήσαμε- είναι “τελείως
άσχετος με την αποφυλάκιση Λιγνάδη, καθώς αυτή δεν στηρίζεται σε αποσυμφορήσεις
φυλακών, αλλά στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όπως ίσχυε από παλιά”.
Το
βασικότερο για τον κύριο Μπαλακτάρη που αφορά την απόφαση για τον Λιγνάδη και
δεν είναι ευρέως γνωστό, είναι αυτό που ακολουθεί.
“Το
2010, με το νόμο 3904, ο νομοθέτης (δηλαδή η Βουλή) ασχολήθηκε με τη χορήγηση
αναστολής μετά την πρωτόδικη καταδίκη. Η αιτιολογική έκθεση του νόμου αναφέρει
πως είχε γίνει κατάχρηση -ως προς τις φυλακίσεις κατηγορουμένων, μετά την πρώτη
καταδίκη και ενώ είχαν κάνει έφεση.
Αυτό
ήταν αντίθετο με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων Ανθρώπου και τα συνοδευτικά
της πρωτόκολλα. Εκεί οριζόταν το εξής:
“Aπό
την στιγμή που κάποιος καταδικάζεται σε πρώτο βαθμό και όχι σε τελευταίο,
εξακολουθεί να υπάρχει το τεκμήριο αθωότητας και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως
αθώος και έως το εφετείο δεν πρέπει να έχει εκτίσει την ποινή που του έχει
επιβληθεί”.
Κατ’ εφαρμογή αυτού του ζητήματος, πέρασε ο νόμος. Μειώθηκαν οι περιπτώσεις και δικαίως, καθώς πολλές περιπτώσεις ανατρέπονταν στο δεύτερο βαθμό -και μιλάω για ανθρωποκτονίες, εκβιασμούς, εγκληματικές οργανώσεις κλπ.
Στην
προκειμένη περίπτωση, ο Λιγνάδης άσκησε έφεση. Θα προσδιοριστεί πάνω από χρόνο
από σήμερα -μπορεί και πάνω από δυο χρόνια αν συνυπολογίσουμε όλες τις αναβολές
που μπορούν να ζητηθούν. Άρα το εφετείο θα εκδικαστεί σε από 4 έως 5 χρόνια από
σήμερα. Τα 12 χρόνια της καταδίκης του Λιγνάδη θα είχαν εκτιθεί στο ίδιο
διάστημα”.
Αυτό που συνηθίζει να λέει ο ποινικολόγος για να βοηθήσει στην κατανόηση της πραγματικότητας είναι ότι “το κοινό περί δικαίου αίσθημα -κάθε ευκαιρία που ζητάμε για εμάς- είναι η αντίστροφη μορφή της συλλογικής ευθύνης -που βαραίνει πάντα τους άλλους και όχι εμάς. Το αυτό ισχύει και για το τεκμήριο της αθωότητας: το θέλουμε για εμάς, αλλά όχι για άλλους. Ο κόσμος πρέπει να μάθει πως αν μια απόφαση είναι άρτια, ορθή και δίκαιη, είναι παντελώς αδιάφορο αν δυσαρεστεί ή ευχαριστεί την κοινή γνώμη. Πάντα θα υπάρχουν κάποιοι που θα πουν ‘κακώς εκδόθηκε’”.
ΤΙ
ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΕΧΕΙ ΑΛΛΑΞΕΙ ΤΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ
Όπως
διάβασες ήδη, στο ποινικό δίκαιο υπάρχει το τεκμήριο αθωότητας και κατά την
έφεση. Οι υπεύθυνοι για τις αποφάσεις της δίκης έκριναν πως ο Λιγνάδης δεν
είναι ύποπτος να διαπράξει παρόμοια εγκλήματα, με αυτά για τα οποία
καταδικάστηκε. Προηγουμένως, ο εισαγγελέας της έδρας τόνισε δυο φορές τα
ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εγκλήματος και την ενδεχόμενη τέλεση νέων
αδικημάτων. Aλλά δεν εισακούσθηκε.
Πληροφορίες
(που ανήκουν σε ανθρώπους που είχαν συμμετοχή στη δίκη) αναφέρουν ότι πολύ
μεγάλο ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι η πρόεδρος της έδρας δεν επέτρεψε να προσκομιστεί
στα αναγνωστέα (να αναγνωσθεί στο δικαστήριο) το υλικό από το κινητό του
τηλέφωνο. Όπως υποστηρίζει η πολιτική αγωγή, αυτό θα έκανε ξεκάθαρο ότι είχε
επικοινωνία με ανήλικα παιδιά στα social media, μέχρι και λίγο καιρό πριν
συλληφθεί.
Διευκρινίζεται
δε, πως η απόφαση για το αν υπάρχει υποψία τέλεσης παρομοίων αδικημάτων ή όχι
είναι στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου.
Δεν
προκύπτει βάσει νόμου.
Πηγή:
news247
Δημοσίευση σχολίου