Το πραξικόπημα που
επιχείρησαν οι φανατικοί οπαδοί του προέδρου Τραμπ τραυμάτισε την εικόνα της
Αμερικής, αλλά ταυτόχρονα επισκίασε σημαντικές ειδήσεις γύρω από την εξωτερική
πολιτική που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση Μπάιντεν. Στο τέλος Νοεμβρίου ο
εκλεγμένος πρόεδρος έδειξε πως η γνωριμία του με μερικούς ανθρώπους και η
εμπειρία τους έπαιξαν κρίσιμο ρόλο στην επιλογή της ομάδας εξωτερικής
πολιτικής. Ο υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν, ο υπουργός Εσωτερικής
Ασφαλείας Αλεχάντρο Μαγιόρκας, η Αβριλ Χάινες, διευθύντρια των Εθνικών Μυστικών
Υπηρεσιών, η Λίντα Τόμας-Γκρίνφιλντ, μόνιμη αντιπρόσωπος στον ΟΗΕ, ο σύμβουλος
Εθνικής Ασφαλείας Τζέικ Σάλιβαν και ο ειδικός απεσταλμένος για την κλιματική
αλλαγή Τζον Κέρι είναι οι βασικές επιλογές.
Αυτή την εβδομάδα η
ομάδα διευρύνθηκε με μερικά ακόμη γνώριμα πρόσωπα. Τρεις διορισμοί έχουν
ιδιαιτέρως μεγάλη σημασία για τα ελληνικά θέματα. Η Βικτόρια Νούλαντ, που θα
αναλάβει υφυπουργός Πολιτικών Υποθέσεων στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, τη «νούμερο 3»
θέση στο υπουργείο. Η δρ Αμάντα Σλόουτ, που θα είναι η διευθύντρια Ευρωπαϊκών
Υποθέσεων στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου. Και ο Μπρεντ Μακ
Γκουρκ, συντονιστής για τη Μέση Ανατολή.
Το γενικό μήνυμα είναι
σαφές: ο πλέον έμπειρος πρόεδρος σε θέματα εξωτερικής πολιτικής στην ιστορία
των ΗΠΑ θα περιστοιχίζεται από την πιο έμπειρη ομάδα σε θέματα εθνικής
ασφαλείας. Ο Μπάιντεν είχε υποσχεθεί στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου το 2019
ότι «θα επιστρέψουμε». Με αυτά τα πρόσωπα και την οικειότητά τους με πρόσωπα
και υποθέσεις είναι «σαν να μη φύγαμε ποτέ».
Η παρουσία της Νούλαντ
και της Σλόουτ δείχνουν μια επιβεβαίωση της αμερικανικής προσήλωσης στον
ευρωατλαντισμό. Με δεδομένη την προϋπηρεσία τους στην κυβέρνηση και σε ιδρύματα
μελετών, κάποιος μπορεί ασφαλώς να προβλέψει ότι θα αντιμετωπίσουν πάλι το ΝΑΤΟ
και την Ε.Ε. ως πολύτιμους εταίρους.
Η υπόσχεση του Μπάιντεν
ότι «θα επιστρέψουμε» πρέπει να συμπεριλαμβάνει και μία εξήγηση, «σε τι θα
επιστρέψουμε;». Αυτοί οι διορισμοί, μαζί με άλλους όπως της Σαμάνθα Πάουερ και
της Γουέντι Σέρμαν, δημιουργούν ερωτήματα κατά πόσον η κυβέρνηση Μπάιντεν θα
μοιάζει με μια τρίτη θητεία Ομπάμα. Είναι δίκαιο λοιπόν να αναρωτηθεί κανείς αν
για αυτά τα άτομα το 2016 αποτελεί σημείο αναφοράς ακόμη ή αν κατανοούν πως ο
κόσμος έχει αλλάξει δραστικά.
Ο διορισμός της Νούλαντ
θεωρείται ευρέως ένα μήνυμα στη Ρωσία. Οταν όμως ήταν υφυπουργός Ευρωπαϊκών
Υποθέσεων, υπήρχε ακόμη η ελπίδα πως θα ανατρεπόταν η προσάρτηση της Κριμαίας
και το ΝΑΤΟ ή/και η Ε.Ε. θα διευρύνονταν με τη συμμετοχή πρώην σοβιετικών
δημοκρατιών. Η Νούλαντ έβλεπε πάντοτε τις ελληνικές υποθέσεις μέσω του
«ρωσικού» φακού. Εστειλε τον πρέσβη Πάιατ από την Ουκρανία στην Αθήνα γιατί οι
ΗΠΑ ανησυχούσαν πως η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν σε συνεννόηση με τον
Πούτιν και λειτουργούσαν με την αντίληψη πως η Τουρκία θα μπορούσε να
εξουδετερώσει τη ρωσική επιρροή στην Κύπρο. Τώρα πια όμως, δεν υπάρχει η απειλή
της ένταξης της Ελλάδας στη ρωσική σφαίρα επιρροής. Στην πραγματικότητα, με την
ενεργειακή της πολιτική, τη συμφωνία των Πρεσπών ή την ανάπτυξη του λιμανιού
της Αλεξανδρούπολης, η Αθήνα είναι ο αποτελεσματικός εταίρος των ΗΠΑ στην
περιοχή, όχι η Τουρκία. Η σχέση της Κύπρου με τις ΗΠΑ στον τομέα της ασφάλειας
έχει αλλάξει ριζικά. Η Κύπρος λαμβάνει βοήθεια για την εκπαίδευση στρατιωτικών
από τις ΗΠΑ, έχει στρατιωτικό ακόλουθο στην Ουάσιγκτον και το εμπάργκο για την
παροχή εξοπλισμών προς την Κυπριακή Δημοκρατία αίρεται. Η ρωσική επιρροή στην
Ελλάδα και στην Κύπρο δεν είναι πλέον το μεγαλύτερο πρόβλημα για τις ΗΠΑ.
Η δρ Σλόουτ ξέρει καλά
και είχε αναμειχθεί πολύ με τις σχέσεις ΗΠΑ – Ελλάδας και ΗΠΑ – Κύπρου σε μια
κρίσιμη στιγμή, αλλά σε έναν διαφορετικό κόσμο. Η Σλόουτ μπορεί να θυμάται ότι
υπήρχε ελπίδα για την επανένωση της Κύπρου καθώς και τις παραινέσεις εκείνης
και της Νούλαντ προς την ελληνοαμερικανική κοινότητα όταν έλεγαν ότι οι
τουρκικές παραβιάσεις της κυπριακής ΑΟΖ αποτελούσαν αχρείαστες οχλήσεις, παρά
τις διαμαρτυρίες μας οι οποίες δικαιώθηκαν όταν εμφανίσθηκε το τουρκικό σχέδιο
της «Γαλάζιας Πατρίδας». Υπάρχει ακόμη ανησυχία πως η Σλόουτ δεν έχει καταλάβει
ακόμη ότι η Τουρκία είναι περισσότερο εχθρός παρά φίλος, δικαιολογώντας σε κάθε
στροφή την Αγκυρα προκειμένου να «μη χαθεί εντελώς η Τουρκία». Τον Μάιο, για
παράδειγμα, όταν συντόνιζε ένα πάνελ με τον πρωθυπουργό Μητσοτάκη στο Ιδρυμα Brookings, η Σλόουτ περιέγραψε τις γνωστές προκλήσεις της Τουρκίας και την
εργαλειοποίηση των προσφύγων στον Εβρο ως μια προσπάθεια της Αγκυρας να
«μειώσει τους περιορισμούς στη δυνατότητα των ανθρώπων να ταξιδεύουν».
Μπορεί η Αγκυρα να
χαίρεται λόγω της προϊστορίας της Σλόουτ που την αντιμετωπίζει με βελούδινα
γάντια, αλλά σίγουρα ανησυχεί για τον ρόλο του Μπρεντ Μακ Γκουρκ. Ο διευθυντής
του TRT World, που είναι ο αγγλόφωνος βραχίονας προπαγάνδας του Ερντογάν, αντέδρασε
στον διορισμό του λέγοντας πως «ο Μακ Γκουρκ έχει κάνει τη μεγαλύτερη ζημιά
στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις από οιονδήποτε άλλον στην πρόσφατη ιστορία.
Αυτός ο διορισμός θα θεωρηθεί πολύ προκλητικός στην Αγκυρα. Μια κακή αρχή για
την περίοδο Μπάιντεν στο μέτωπο των σχέσεων με την Τουρκία».
Η ομάδα Μπάιντεν
γνωρίζει την περιοχή και τους παίκτες. Απομένει να φανεί αν τα μέλη της έχουν
προσαρμόσει τις απόψεις τους προκειμένου να λάβουν υπόψη τους τις σημαντικές
αλλαγές στην Ανατολική Μεσόγειο, στην Ελλάδα, στην Κύπρο, στην Τουρκία και τις
σχέσεις τους με τις ΗΠΑ. Ακόμη πιο σημαντικό είναι να δούμε αν είναι έτοιμοι να
αντιμετωπίσουν τον κόσμο όχι όπως τον θυμούνται, ούτε όπως θα ήθελαν να είναι, αλλά
όπως πραγματικά είναι.
* Ο κ. ‘Εντι Ζεμενίδης
είναι επικεφαλής του Συμβουλίου Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας.
Πηγή: Kathimerini
Δημοσίευση σχολίου