Οριστικό: Το ΣτΕ καταργεί το άρθρο του συντάγματος που κατοχυρώνει το δικαίωμα του μη εμβολιασμού.



Η απόφαση για την ΕΜΑΚ

 Αρνητική ήταν η απάντηση από το Συμβούλιο της Επικρατείας σε υπηρετούντες στην ΕΜΑΚ που ζητούσαν να ανασταλεί η διαταγή του Αρχηγείου του Πυροσβεστικού Σώματος για υποχρεωτικό εμβολιασμό που σημαίνει ότι έτσι έχουμε μια σημαντική απόφαση που ουσιαστικά κρίνεται και αντισυνταγματική (άρ. 2§1, 5§1, 9§1 εδ. β) όπου ουσιαστικά δεν ξεκαθάρισαν αν και είναι από τα επίμαχα ζητήματα.

Η κυβέρνηση φαίνεται να είναι έτοιμη να κάνει το ότιδήποτε για να εμβολιαστούν οι πολίτες (θέλουν δεν θέλουν) και αυτό γίνεται με εντολή Κ.Μητσοτάκη ο οποίος έχει ήδη μιλήσει ως προς τους υγειονομικούς από το προσεχές φθινόπωρο, αλλά είχε επανέλθει «επιθετικά» στο προσκήνιο τον Μάιο με τη διαταγή του αρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος για υποχρεωτικό εμβολιασμό του προσωπικού της ΕΜΑΚ έως τις 11 Ιουνίου προκειμένου να μπορέσουν να συνεχίσουν να απασχολούνται στη συγκεκριμένη υπηρεσία καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα πρέπει να μετατεθούν σε άλλη θέση κάτι που είχε οδηγήσει μερίδα πυροσβεστών να προσφύγουν κατά αυτής της απόφασης. 

«Η απόφαση για τον εμβολιασμό των πυροσβεστών είναι παράνομη και αντισυνταγματική διότι δε βασίζεται σε μία νομοθετική εξουσιοδότηση στέρεη και συγεκριμένη. Οσο δεν υπάρχει αυτή η νομοθετική εξουσιοδότηση και όσο δεν ακολουθείται η νόμιμη διαδικασία, η συνταγματικά προβλεπόμενη διαδικασία δεν μπορεί να παίρνει ο διοικητής μια απόφαση που ανήκει σε άλλο όργανο του κράτους. Δεν είναι ζήτημα ουσίας ότι δεν μπορεί να επιβληθεί υποχρεωτικός εμβολιασμός σε καποιες κατηγορίες, όπως οι πυροσβέστες σε αυτήν την περίπτωση. Είναι ζήτημα ότι δεν τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία», εξηγούσε ο Ξενοφών Κοντιάδης, Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και Πρόεδρος του Ιδρύματος Τσάτσου.

Το τμήμα Αναστολών της Ολομέλειας απέρριψε (133/2021) την επίμαχη προσφυγή κρίνοντας ότι επιβάλουν τον εμβολιασμό επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι συνίστανται στην ανάγκη διασφάλισης της αδιάλειπτης και ακώλυτης λειτουργίας των Ειδικών Μονάδων του Πυροσβεστικού Σώματος που είναι επιφορτισμένες με την αντιμετώπιση καταστροφών.

Οι σύμβουλοι της Επικρατείας, μεταξύ άλλων, αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι : «Η λειτουργία μάλιστα αυτή δεν αρκεί να είναι μόνο συνεχής, αλλά πρέπει, ενόψει του ειδικού και κρίσιμου χαρακτήρα των εν λόγω υπηρεσιών για την αντιμετώπιση καταστροφών, να στηρίζεται στην πλήρη διαθεσιμότητα του υπηρετούντος προσωπικού τους, η οποία είναι δυνατόν να διαταραχθεί σοβαρά σε περίπτωση που τα μέλη του προσβληθούν και νοσήσουν από τον κορωνοϊό covid-19. Οι επιτακτικοί αυτοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος, σταθμιζόμενοι με τους λόγους που προβάλλουν οι αιτούντες κωλύουν, κατά την κρίση της Επιτροπής Αναστολών, τη χορήγηση της αναστολής».

Συγκεκριμένα, στην περίληψη της επίμαχης απόφασης της Επιτροπής Αναστολών της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας αναφέρεται: Από την προσβαλλόμενη πράξη προκύπτουν τα εξής: 1. Στο πλαίσιο της ανάγκης περιορισμού και αντιμετώπισης της πανδημίας του κορωνοϊού (COVID-19), λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και της εξασφάλισης της αδιάλειπτης επιχειρησιακής λειτουργίας των Ειδικών Μονάδων Αντιμετώπισης Καταστροφών (Ε.Μ.Α.Κ.) -σύμφωνα και με την 1313/2013/ΕΕ απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17.12.2013 και την από 16.10.2014 εκτελεστική απόφαση της Επιτροπής-, καθώς και της επιχειρησιακής επέμβασης στο σύνολο της Επικράτειας, κρίνεται απαραίτητος ο εμβολιασμός του συνόλου των ένστολων υπαλλήλων που υπηρετούν στις εν λόγω υπηρεσίες 2. Επιπλέον, για την εύρυθμη λειτουργία των πιο πάνω υπηρεσιών, γνωστοποιείται ότι μετά την κοινοποίηση της παρούσας διαταγής, θα υπηρετούν σε αυτές υποχρεωτικά μόνο όσοι υπάλληλοι έχουν προβεί στο σχετικό εμβολιασμό. 3. Στους υπαλλήλους των ανωτέρω υπηρεσιών, που δεν έχουν προβεί ή προγραμματίσει εμβολιασμό, θα δοθεί χρονικό διάστημα για να προγραμματιστεί ο εμβολιασμός τους, εφόσον το επιθυμούν, μέχρι την 11.06.2021 και σε αντίθετη περίπτωση θα δρομολογηθεί η αντικατάστασή τους στις εν λόγω υπηρεσίες, από άλλους υπαλλήλους του Πυροσβεστικού Σώματος, που θα έχουν προβεί στον σχετικό αναγκαίο εμβολιασμό.

Ανεξαρτήτως αν η προσβαλλόμενη πράξη, υπό το εκτεθέν περιεχόμενό της, έχει εκτελεστό χαρακτήρα και, ειδικότερα, αν μπορεί να θεωρηθεί κανονιστική, υπαγόμενη στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας, ή ατομική (σώρευση ατομικών πράξεων που απευθύνονται μόνο στα υπηρετούντα στελέχη των Ε.Μ.Α.Κ.), οπότε αρμόδιο για την εκδίκασή της θα ήταν το Διοικητικό Εφετείο, η Επιτροπή Αναστολών, λαμβάνοντας υπόψη τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να κρατήσει την υπόθεση καθώς και τη σπουδαιότητα των τιθέμενων ζητημάτων, έκρινε ότι δεν κωλύεται από τη διάταξη του άρθρου 5 του ν. 2479/1997 να επιληφθεί της κρινόμενης αίτησης.

Με την 133/2021 απόφαση της Επιτροπής Αναστολών της Ολομέλειας του Δικαστηρίου κρίθηκε ότι, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη πράξη και τα στοιχεία του φακέλου, την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης επέβαλαν επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι συνίστανται στην ανάγκη διασφάλισης της αδιάλειπτης και ακώλυτης λειτουργίαςτων Ειδικών Μονάδων του Πυροσβεστικού Σώματος που είναι επιφορτισμένες με την αντιμετώπιση καταστροφών(Ε.Μ.Α.Κ.). Η λειτουργία μάλιστα αυτή δεν αρκεί να είναι μόνο συνεχής, αλλά πρέπει, ενόψει του ειδικού και κρίσιμου χαρακτήρα των εν λόγω υπηρεσιών για την αντιμετώπιση καταστροφών, να στηρίζεται στην πλήρη διαθεσιμότητα του υπηρετούντος προσωπικού τους, η οποία είναι δυνατόν να διαταραχθεί σοβαρά σε περίπτωση που τα μέλη του προσβληθούν και νοσήσουν από τον κορωνοϊό covid-19. Οι επιτακτικοί αυτοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος, σταθμιζόμενοι με τους λόγους που προβάλλουν οι αιτούντες κωλύουν, κατά την κρίση της Επιτροπής Αναστολών, τη χορήγηση της αναστολής.

Περαιτέρω, κρίθηκε ότι οι λόγοι ακυρώσεως που προβάλλουν οι αιτούντες, πέραν του ότι δεν στηρίζονται σε πάγια νομολογία ή απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν είναι προδήλως βάσιμοι και για τους εξής ειδικότερους λόγους:

α) Ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε αναρμοδίως, κατά παράβαση του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος και χωρίς νομοθετική εξουσιοδότηση δεν είναι προδήλως βάσιμος λόγω του ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν φαίνεται να έχει κανονιστικό χαρακτήρα.

β) Οι λόγοι περί παραβάσεως των άρθρων 2 παρ. 1, 5 παρ. 1 και παρ. 5 του Συντάγματος, 8 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α., 3 παρ. 2 του Χ.Θ.Δ.Ε.Ε. και 5 της Σύμβασης του Οβιέδο (ν.2619/1998, Α΄132), δεν είναι προδήλως βάσιμοι, διότι στηρίζονται σε πραγματική προϋπόθεση (εξαναγκασμός εμβολιασμού), η συνδρομή της οποίας δεν προκύπτει από την προσβαλλόμενη πράξη, εφόσον οι αιτούντες διατηρούν την επιλογή να μην εμβολιαστούν.

γ) Ο λόγος για παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, πέραν όσων εκτέθηκαν πιο πάνω, δεν μπορεί να θεωρηθεί προδήλως βάσιμος, ενόψει της φύσεως των καθηκόντων των στελεχών που υπηρετούν στις Ε.Μ.Α.Κ. και ιδίως των ειδικών συνθηκών υπό τις οποίες ασκούν τα καθήκοντά τους (έκτακτες και ιδιαιτέρως αυξημένης δυσκολίας περιστάσεις καταστροφών, ανάγκη αυξημένης κινητικότητας των μονάδων διάσωσης), οι οποίες επιβάλλουν την υψηλότερη δυνατή προστασία της υγείας από τον κίνδυνο νόσησης λόγω κορωνοϊού τόσο των ίδιων των στελεχών (λόγω της ομαδικής εργασίας τους), όσο και των προσώπων που οι Ε.Μ.Α.Κ. καλούνται να διασώσουν, με άμεση σωματική επαφή σε περιπτώσεις που αυτό απαιτείται. Ενόψει αυτών, εξάλλου, η πρόβλεψη εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού ως όρου για την άσκηση των καθηκόντων των στελεχών των Ε.Μ.Α.Κ. δεν μπορεί να θεωρηθεί μέτρο προδήλως απρόσφορο ή δυσανάλογο για την εξυπηρέτηση των πιο πάνω σκοπών δημοσίου συμφέροντος.

δ) Ο λόγος για παράβαση της αρχής της ισότητας δεν είναι προδήλως βάσιμος, διότι, αδιαφόρως του τρόπου μετάδοσης του κορωνοϊού από εμβολιασμένα και μη πρόσωπα, μεταξύ των δύο κατηγοριών στελεχών της Ε.Μ.Α.Κ. δεν υφίσταται ταυτότητα συνθηκών ενόψει, ιδίως, των συνεπειών που μπορεί να έχει ο μη εμβολιασμός για την εύρυθμη λειτουργία της συγκεκριμένης δημόσιας υπηρεσίας.

ε) Τέλος, ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται παράβαση της αρχής της ισότητας εξαιτίας της μη λήψεως υπόψη των ατομικών συνθηκών κάθε στελέχους (προηγούμενη νόσηση, ιατρικοί λόγοι που απαγορεύουν τον εμβολιασμό κλπ.) δεν μπορεί να θεωρηθεί προδήλως βάσιμος, διότι δεν είναι πρόδηλη η συνδρομή ενεστώτος εννόμου συμφέροντος για την προβολή του αφού τα ειδικότερα αυτά ζητήματα δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης από τα αρμόδια όργανα και τελικώς τα δικαστήρια κατά την έκδοση των οικείων πράξεων υπηρεσιακών μεταβολών.

Να σημειώσουμε ότι αναφέρουν έγκριτοι νομικοί ότι σχετικά με τον εμβολιασμό:

Ο εμβολιασμός αποτελεί ισχυρό όπλο πρόληψης της μετάδοσης ασθενειών και, επομένως, σημαντικό μέσο προστασίας της δημόσιας υγείας. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να λησμονούμε πως, ταυτόχρονα, αποτελεί και ιατρική πράξη. Η θεμελιώδης αρχή της «συναίνεσης ύστερα από ενημέρωση» (informed consent) καθιερώνεται σε πλείστα νομικά κείμενα.

Συγκεκριμένα:

Στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (άρθρο 3 παρ. 2)

Στη Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Βιοϊατρική (Σύμβαση Οβιέδο) που ισχύει στην Ελλάδα υπερισχύοντας του κοινού δικαίου (ν. 2619/1998) (άρθρο 5 παρ. 1)

Στον ν. 2071/1992 (Εκσυγχρονισμός και Οργάνωση του Συστήματος Υγείας (άρθρο 47 παρ. 2)

Στον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (ν. 3418/2005) που επανέλαβε τις ρυθμίσεις της Σύμβασης του Οβιέδο και ρύθμισε διεξοδικότερα τα ζητήματα της συναίνεσης και ενημέρωσης του ασθενούς (άρθρα 11 και 12)

Στο άρθρο 308 παρ. 3 Ποινικού Κώδικα

Στο Σύνταγμα (άρ. 2§1, 5§1, 9§1 εδ. β)

H Σύμβαση του Οβιέδο έχει αυξημένη τυπική ισχύ και καθιερώνει τη συναίνεση ως αυτοτελές δικαίωμα. 

ΝΕΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ.

Πηγή: pronews.gr

Δημοσίευση σχολίου

Copyright © ΝΕΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ. Designed by John Tsipas