Την προσεχή Τετάρτη το πρωί (λόγω της διαφοράς της ώρας) μάλλον θα γνωρίζουμε ποιος θα είναι ο Αμερικανός πρόεδρος για την επόμενη τετραετία, αλλά και την πορεία της… ανθρωπότητας. Γιατί, είτε στις προεδρικές εκλογές της Τρίτης κατορθώσει να επανεκλεγεί ο Ντόναλντ Τραμπ είτε ο Δημοκρατικός υποψήφιος Τζο Μπάιντεν επιβεβαιώσει τις δημοσκοπήσεις και νικήσει, η αμερικανική υπερδύναμη θα συνεχίζει να παίζει καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις στον πλανήτη. Είτε το θέλουμε είτε όχι. Τουλάχιστον στο ορατό μέλλον.
Το περίεργο είναι πάντως ότι στην προεκλογική εκστρατεία, αλλά και στις τηλεοπτικές τους αναμετρήσεις, οι δύο μονομάχοι ελάχιστα ασχολήθηκαν με τα γεωπολιτικά προβλήματα. Πραγματικά παράξενο, για μια χώρα η οποία στη διάρκεια του ψυχρού πολέμου ενεπλάκη στην «αλλαγή» τουλάχιστον 72 κυβερνήσεων σε όλον τον κόσμο!
Η μόνη φορά που αναφέρθηκε η εξωτερική πολιτική σε ολόκληρη την προεκλογική εκστρατεία του 2020 αφορούσε τους ισχυρισμούς ότι η Ρωσία, το Ιράν και η Κίνα παρεμβαίνουν στις εκλογές των ΗΠΑ. Πολύ μελάνι και τηλεοπτικός χρόνος σπαταλήθηκε, για παράδειγμα, για την πληροφορία των μυστικών υπηρεσιών ότι Ιρανοί χάκερς έστειλαν απειλητικά emails στους ψηφοφόρους της Φλόριντα καλώντας τους να ψηφίσουν τον Τραμπ.
Όσο για τα ελληνοτουρκικά, που μας ενδιαφέρουν άμεσα; Επίσημη δήλωση δεν έγινε από κανέναν υποψήφιο. Μόνο η προεκλογική εκστρατεία του Μπάιντεν εξέδωσε μια ανακοίνωση στις 15 Οκτωβρίου, σύμφωνα με την οποία:
«Ο Δημοκρατικός υποψήφιος θα συνεργαστεί με τον στενό σύμμαχό μας στην Ελλάδα για την προώθηση της σταθερότητας στην ανατολική Μεσόγειο. Σε αντίθεση με τον πρόεδρο Τραμπ, ο Τζο θα αντιδράσει στην τουρκική συμπεριφορά που παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο ή τις συμμαχικές δεσμεύσεις της στο ΝΑΤΟ, όπως οι τουρκικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου. Ο Τζο θα εργαστεί διπλωματικά για να δώσει λύση στο Κυπριακό».
Γενικόλογες δεσμεύσεις, που για κάποιους στην Ελλάδα ήταν αρκετές όμως για να… ντύσουν τον Μπάιντεν με… φουστανέλα! Υπερβολικό βέβαια, με δεδομένο ότι η αμερικανική εξωτερική πολιτική δεν καθορίζεται από «προσωπικές προτιμήσεις», αλλά μόνο από τα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών. Είναι κατανοητή βέβαια η προτίμηση προς τον Μπάιντεν όταν ο Τραμπ δεν κρύβει την προσωπική «έλξη» του προς τον Τούρκο ομόλογό του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Σε συνέντευξή του στο Foxnews ο Τραμπ είχε πεί ότι «ασχολείται μόνο με σκακιστές παγκόσμιας κλάσης» περιλαμβάνοντας μεταξύ αυτών και τον Ερντογάν. Ο Αμερικανός πρόεδρος ισχυρίστηκε μάλιστα οτι μεγάλοι ξένοι ηγέτες είχαν ζητήσει τη βοήθειά του για να μιλήσει στον Ερντογάν, επειδή -όπως είπε -ο Τούρκος πρόεδρος μόνο τον Τραμπ ακούει!
Αναμφίβολα από τον πρόεδρο Τραμπ η Ελλάδα δεν βρήκε και τόσο… σθεναρή υποστήριξη στην κρίση με την Τουρκία. Κάτι τηλεφωνήματα στον πρωθυπουργό, κάτι η επίσκεψη Πομπέο σε Αθήνα και Λευκωσία και τίποτα άλλο. Και φυσικά η στάση αυτή της Ουάσιγκτον δεν εμπόδισε τον Ερντογάν να στέλνει το Oruc Reis να αλωνίζει στο Καστελόριζο και στη Ρόδο. Ούτε να απειλεί την Ευρώπη με τζιχάντ!
«Αν εκλεγεί ο Μπάιντεν πρόεδρος, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν θα χάσει τον πιο πολύτιμο σύμμαχό του στην Ουάσιγκτον, αφήνοντας την Άγκυρα ευάλωτη στην οργή ενός βαθύτατα ανταγωνιζόμενου Κογκρέσου των ΗΠΑ και ορισμένων αμερικανικών υπηρεσιών που είναι σκεπτικοί για την Τουρκία» εκτιμά το πρακτορείο Reuters.
«Η Τουρκία αναμένεται να χάσει πιο πολλά από ό,τι οι περισσότερες άλλες χώρες, εάν ο Τζο Μπάιντεν εκλεγεί πρόεδρος, καθώς o νέος ένοικος του Λευκού Οίκου αναμένεται να ενισχύσει την αμερικανική αντίδραση ενάντια στις ξένες στρατιωτικές επεμβάσεις του Ερντογάν και τη στενότερη συνεργασία με τη Ρωσία» προσθέτει το βρετανικό πρακτορείο.
«Νομίζω ότι είναι σωστό να πούμε ότι με μια διοίκηση Μπάιντεν θα δούμε ισχυρότερες αντιδράσεις εναντίον της τουρκικής κυβέρνησης όπου αυτή έρχεται σε αντίθεση με τα αμερικανικά συμφέροντα», λέει ο Τόρεϊ Τάουσιγκ, διευθυντής ερευνών στο Κέντρο Belfer του Χάρβαρντ.
Η σχέση Ερντογάν με τον υποψήφιο των Δημοκρατικών για την αμερικανική προεδρία είναι σήμερα τουλάχιστον, η χειρότερη δυνατή. Τον περασμένο Δεκέμβριο ο Μπάιντεν είχε χαρακτηρίσει τον Ερντογάν «αυτοκράτορα», λέγοντας ότι θα βοηθήσει τους αντιπάλους του να τον απομακρύνουν από την εξουσία.
Αν και στη συνέχεια ο Δημοκρατικός υποψήφιος προσπάθησε να τα μαζέψει, το ρήγμα υπάρχει και είναι βαθύ. «Δεν ταιριάζεις με αυτό το έθνος, ανόητε άντρα!» έγραψε χαρακτηριστικά η φιλο-Ερντογανική Yeni Safak, ξεσηκώνοντας σφοδρή επίθεση κατά του Μπάιντεν.
Η εφημερίδα Sabah, μάλιστα, κατέγραψε επτά θέσεις του Δημοκρατικού υποψήφιου που θεωρούνται casusbelli για την Αγκυρα: Ποιες είναι κατά την τουρκική εφημερίδα οι αντιτουρκικές θέσεις του Μπάιντεν;
«- Ο Τζο Μπάιντεν θέλει να απομονώσει την Τουρκία σε συνεργασία με τους συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ανατολική Μεσόγειο.
– Αξιώνει την απόσυρση των ρωσικών πυραύλων S-400 από την Τουρκία και σε αντίθετη περίπτωση απαιτεί κυρώσεις.
-Είναι εναντίον της αποθήκευσης αμερικανικών πυρηνικών όπλων στην αεροπορική βάση Ινσιρλίκ, στην νοτιοανατολική Τουρκία.
-Αντιτίθεται στις στρατιωτικές επιχειρήσεις της Τουρκίας στη Συρία και δήλωσε ότι οι Κούρδοι αντάρτες της Συρίας προδόθηκαν από τις ΗΠΑ.
-Ο Δημοκρατικός υποψήφιος έχει εκφράσει επίσης την ανησυχία του σχετικά με την ελευθερία του Τύπου και τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Τουρκία.
-Κατέκρινε την απόφαση Ερντογάν να μετατραπεί η Αγία Σοφία σε τζαμί.
-Εχει δεσμευτεί, τέλος, ότι θα αναγνωρίσει την γενοκτονία των Αρμενίων».
Επτά θέσεις που αν ο Μπάιντεν διατηρήσει και ως πρόεδρος θα είναι φυσικά «αιτία πολέμου» για τον Ερντογάν.
Είναι φυσικό λοιπόν ο Τούρκος πρόεδρος να έχει ποντάρει όλα τα χαρτιά του στον πρόεδρο Τραμπ. Οπως κατανοητή είναι και η λυσσαλέα επίθεση της Αγκυρας στον Μπάιντεν καθώς με την τουρκική οικονομία σε άσχημη κατάσταση και την λίρα να βυθίζεται καθημερινά, τα πράγματα θα επιδεινωθούν πολύ για τον Ερντογάν αν ο Λευκός Οίκος τραβήξει τη σκανδάλη και επιβάλει κυρώσεις στην Τουρκία για την αγορά των ρωσικών πυραύλων S-400.
Τέσσερις επισκέψεις στην Τουρκία, δύο συγγνώμες στον Ερντογάν
Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι ο Μπάιντεν, ως αντιπρόεδρος του Ομπάμα είχε επισκεφτεί την Τουρκία τέσσερις φορές. Την πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 2011, κατά τη διάρκεια της Αραβικής Άνοιξης και τη δεύτερη αμέσως μετά τους αμερικανικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς εναντίον βάσεων του Ισλαμικού Κράτους το Νοέμβριο του 2014. Ένα μήνα νωρίτερα πάντως, ο Μπάιντεν, σε ομιλία του στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ τον Οκτώβριο του 2014 είχε χαρακτηρίσει την Τουρκία ως την πιο προβληματική χώρα στη Μέση Ανατολή.
Μετά τις αντιδράσεις της Αγκυρας, ο Μπάιντεν τηλεφώνησε τότε στον Ερντογάν για να ζητήσει… συγγνώμη Η τρίτη επίσκεψη του Μπάιντεν στην Αγκυρα έγινε τον Ιανουάριο του 2016 για συντονισμό της αμερικανο-τουρκικής δράσης κατά του Ισλαμικού Κράτους και η τέταρτη μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος τον Αύγουστο του 2016.
Τότε μάλιστα ο Μπάιντεν ζήτησε για δεύτερη φορά συγγνώμη από τον Ερντογάν γιατί όπως είπε δεν έφτασε αρκετά σύντομα μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος.
Το σίγουρο είναι πάντως ότι αν εκλεγεί πρόεδρος ο Μπάιντεν από τις πρώτες κινήσεις στη εξωτερική του πολιτική θα είναι να αποκαταστήσει τις συμμαχίες της Ουάσινγκτον, πρωτίστως με την επανεκκίνηση του πρωτεύοντος αμερικανικού ρόλου στο ΝΑΤΟ, του οποίου η συνοχή έχει υποστεί ζημιά υπό τον Τραμπ. Στο πλαίσιο αυτό ο Μπάιντεν «θα πρέπει να συνεργαστεί με την Τουρκία ή τουλάχιστον να προσπαθήσει» λέει ο Σονέρ Τσαγκαπτάι, ανώτερος συνεργάτης του Ινστιτούτου της Ουάσινγκτον για την πολιτική στην Εγγύς Ανατολή.
«Περιμένω ότι ο Μπάιντεν θα επικοινωνήσει με τον Ερντογάν διότι η προτεραιότητα θα είναι να αναζωογονήσει το ΝΑΤΟ και γνωρίζει ότι δεν μπορεί να το κάνει χωρίς την Τουρκία», υποστηρίζει ο τουρκικής καταγωγής αναλυτής.
Ο Μάθιου Μπράιζα, πρώην βοηθός υφυπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών για θέματα της Ευρασίας, εκτιμά μάλιστα ότι «σε τελική ανάλυση, ο Μπάιντεν ως παραδοσιακός παράγοντας της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, τοποθετεί το ΝΑΤΟ στο κέντρο του σχεδιασμού εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ και η ασφάλεια του Ευξείνου Πόντου θα μπορούσε να είναι βασικός τομέας σε μια διοίκηση Μπάιντεν».
Σύμφωνα με τον Μπράιζα, «ο Μπάιντεν ως αντιπρόεδρος του Ομπάμα, ηγήθηκε της σκληρής απάντησης των Ηνωμένων Πολιτειών στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Αρα, θα πρέπει να εκτιμήσει την πρόσφατη συμφωνία μεταξύ Τουρκίας και Ουκρανίας για συνεργασία μεταξύ των αμυντικών βιομηχανιών των δύο χωρών».
Ο Τζο Μπάιντεν έχει επίσης μεγάλη εμπειρία για την Ανατολική Μεσόγειο: Ηταν στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας για δύο δεκαετίες και ως Αντιπρόεδρος ηγήθηκε των προσπαθειών διαμεσολάβησης της κυβέρνησης Ομπάμα στο Κυπριακό αλλά και της συμφιλίωσης του Ισραήλ με την Τουρκία.
«Ωστόσο, παρά τη συναίνεση μεταξύ των εμπειρογνωμόνων της εξωτερικής πολιτικής στην Ουάσινγκτον ότι κάτι πρέπει να γίνει ως απάντηση στην παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι διατεθειμένες να χάσουν έναν τόσο κρίσιμο εταίρο» εκτιμά η ισραηλινή εφημερίδα Ha`aretz.
Το αμερικανικό περιοδικό Foreign Policy σημειώνει μάλιστα ότι «αν ο Ντόναλντ Τραμπ κερδίσει ξανά στις εκλογές, οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ θα παραμείνουν σχεδόν ίδιες. Εάν κερδίσει ο Μπάιντεν δεν θα είναι εύκολη η σχέση Ουάσιγκτον-Αγκυρας και ορισμένα νέα προβλήματα θα προστεθούν στα τρέχοντα θέματα, αλλά οι δεσμοί δεν θα σπάσουν εντελώς».
Δύσκολα μπορεί να διαφωνήσει κανείς με την άποψη αυτή. Αλλωστε, όπως έλεγε ο Ντιν Ατσεσον, ο Αμερικανός, υπουργός Εξωτερικών από το 1949 έως το 1953 επί προεδρίας Χάρι Τρούμαν, «οι αποτελεσματικοί Αμερικανοί ηγέτες δεν φροντίζουν μόνο τα δικά τους συμφέροντα, νοιάζονται επίσης πραγματικά για τα συμφέροντα των συμμάχων τους».
Και -δυστυχώς-η Τουρκία αποτελεί σημαντικό σύμμαχο των Ηνωμένων Πολιτειών στην ευρύτερη περιοχή της Μέση Ανατολής, όποια κι αν είναι η δική μας άποψη.
Πηγές: Εφημερίδα «Δημοκρατία» & europost.gr
Δημοσίευση σχολίου